Οι ποινές του Νέου Κώδικα Φορολογικών Διαδικασιών για μη καταβολή φόρου
- Λεπτομέρειες
- Κατηγορία: Ένωση Φοροτεχνών Κιλκίς
- Δημιουργηθηκε στις 24 Ιουλίου 2013
- Επισκέψεις: 1069
Μείωση των προστίμων που επιβάλλονται για τυπικές παραβάσεις προβλέπει μεταξύ άλλων ο νέος Κώδικας Φορολογικών Διαδικασιών που κατατέθηκε σήμερα στη Βουλή από την κυβέρνηση.
Παράλληλα, όπως αναφέρεται στον κώδικα, εάν οποιοδήποτε ποσό φόρου δεν καταβληθεί το αργότερο εντός δύο μηνών από την παρέλευση της νόμιμης προθεσμίας καταβολής, επιβάλλεται πρόστιμο ίσο με ποσοστό 10% του φόρου που δεν καταβλήθηκε εμπρόθεσμα. Εάν το ποσό του φόρου καταβληθεί μετά την πάροδο ενός έτους από την εκπνοή της νόμιμης προθεσμίας καταβολής το παραπάνω πρόστιμο ανέρχεται σε 20% του φόρου. Τέλος, εάν το ποσό του φόρου καταβληθεί μετά την πάροδο δύο ετών από την εκπνοή της νόμιμης προθεσμίας καταβολής το παραπάνω πρόστιμο ανέρχεται σε τριάντα 30% του φόρου.
Επίσης, όλες οι επιστροφές φόρων θα πρέπει να πραγματοποιούνται εντός 90 ημερών από την υποβολή της σχετικής αίτησης από τον φορολογούμενο, ενώ μετά το πέρας αυτού του χρονικού διαστήματος το Δημόσιο υποχρεώνεται να καταβάλει τόκους. Εάν το υπερβάλλον ποσό φόρου συμψηφιστεί με άλλες φορολογικές οφειλές, το ποσό θεωρείται ότι επιστράφηκε κατά το χρόνο διενέργειας του συμψηφισμού.
Αναλυτικά το νέο πλαίσιο για τις τυπικές - διαδικαστικές παραβάσεις:
Για κάθε μία από τις παρακάτω παραβάσεις επιβάλλεται πρόστιμο στο φορολογούμενο ή οποιοδήποτε πρόσωπο, εφόσον υπέχει αντίστοιχη υποχρέωση από τον Κώδικα ή τη φορολογική νομοθεσία που αναφέρεται στο πεδίο εφαρμογής του και:
α) δεν υποβάλλει ή υποβάλλει εκπρόθεσμα δήλωση πληροφοριακού χαρακτήρα ή φορολογική δήλωση από την οποία δεν προκύπτει φορολογική υποχρέωση καταβολής φόρου,
β) δεν υποβάλλει ή υποβάλλει εκπρόθεσμα φορολογική δήλωση,
γ) δεν υποβάλλει ή υποβάλει εκπρόθεσμα δήλωση παρακράτησης φόρου,
δ) δεν ανταποκριθεί σε αίτημα της Φορολογικής Διοίκησης για παροχή πληροφοριών ή στοιχείων,
ε) δεν συνεργαστεί στη διάρκεια φορολογικού ελέγχου,
στ) δεν γνωστοποιήσει στη Φορολογική Διοίκηση το διορισμό του φορολογικού εκπροσώπου του,
ζ) δεν προβαίνει σε εγγραφή στο φορολογικό μητρώο,
η) δεν συμμορφώνεται με κάθε υποχρέωση σχετική με την τήρηση βιβλίων και την έκδοση στοιχείων όπως ορίζονται στο Άρθρο 13 του Κώδικα.
Τα πρόστιμα για τις παραπάνω παραβάσεις ορίζονται ως εξής:
α) 100 ευρώ σε περίπτωση μη υποβολής ή εκπρόθεσμης υποβολής σχετικά με την περίπτωση α’ της προηγούμενης παραγράφου
β) ισόποσο ποσό με το φόρο εισοδήματος, σε περίπτωση μη υποβολής σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 58 του Κώδικα
γ) 100 ευρώ, σε περίπτωση που ο φορολογούμενος δεν είναι υπόχρεος τήρησης λογιστικών βιβλίων,
δ) 1000 ευρώ για κάθε άλλη παράβαση, σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης βιβλίων και στοιχείων με βάση απλοποιημένα λογιστικά πρότυπα και
ε) 2.500 ευρώ για κάθε άλλη παράβαση, σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης βιβλίων και στοιχείων με βάση πλήρη λογιστικά πρότυπα. Το πρόστιμο αυτό επιβάλλεται σε κάθε περίπτωση όταν συντρέχει η παράβαση της περίπτωσης ζ της προηγούμενης παραγράφου.
Σε περίπτωση υποτροπής της ίδιας παράβασης εντός πέντε ετών, το πρόστιμο ανέρχεται στο διπλάσιο του αρχικού προστίμου. Σε περίπτωση δεύτερης υποτροπής εντός πέντε ετών, το πρόστιμο ανέρχεται στο τετραπλάσιο του αρχικού προστίμου.
Πρόστιμο ανακριβούς δήλωσης ή μη υποβολής δήλωσης
Αν το ποσό του φόρου που προκύπτει με βάση φορολογική δήλωση υπολείπεται του ποσού του φόρου που προκύπτει με βάση το διορθωτικό προσδιορισμό φόρου που πραγματοποιήθηκε από τη Φορολογική Διοίκηση, ο φορολογούμενος υπόκειται σε πρόστιμο επί της διαφοράς ως εξής:
α) 10% του ποσού της διαφοράς, εάν το εν λόγω ποσό ανέρχεται σε ποσοστό από 5% έως 20% τοις εκατό του φόρου που προκύπτει με βάση τη φορολογική δήλωση,
β) 30% του ποσού της διαφοράς, εάν το εν λόγω ποσό υπερβαίνει σε ποσοστό το είκοσι τοις εκατό 20%του φόρου που προκύπτει βάσει της φορολογικής δήλωσης,
γ) 100% του ποσού της διαφοράς, εάν το εν λόγω ποσό υπερβαίνει σε ποσοστό 50% του φόρου που προκύπτει με βάση τη φορολογική δήλωση και αποδεικνύεται ότι η ανακρίβεια οφείλεται σε πρόθεση του φορολογουμένου.
http://forologikanea.gr/